top of page

Γλωσσική Διαταραχή σε Παιδιά Σχολικής Ηλικίας

Οι  μαθητές με γλωσσικές διαταραχές έχουν δυσκολία να συμβαδίζουν με τις προσδοκίες του εκπαιδευτικού προγράμματος και να εδραιώνουν φιλικές σχέσεις. Οι καλές γλωσσικές δεξιότητες αποτελούν το θεμέλιο λίθο για την μάθηση της ανάγνωσης και της γραφής, την κατανόηση κειμένων, την εκτέλεση εντολών, την επίλυση προβλημάτων και την αλληλεπίδραση με άλλα άτομα.

Η γλώσσα, που συναντούν οι μαθητές στο σχολείο, είναι πολύ πιο σύνθετη, από ότι η γλώσσα, που συναντούν στο σπίτι. Στο σχολείο, οι μαθητές χρειάζεται να αντιπροσωπεύουν αφηρημένες ιδέες, να συνδέουν μονάδες πληροφοριών, να επεξεργάζονται ταυτόχρονα πολλαπλά στοιχεία γλωσσολογικών πληροφοριών και να εναλλάσσονται ευέλικτα μεταξύ των επικοινωνιακών τρόπων της ακρόασης, της ομιλίας, της ανάγνωσης και της γραφής. Οι πολύπλοκες γλωσσικές διεργασίες, οι οποίες πραγματοποιούνται στο σχολείο, κάνουν πολύ απαιτητικές τις γλωσσικές ασκήσεις, που συναντούν οι μαθητές, με αποτέλεσμα η σχολική γλώσσα να είναι ιδιαίτερα απαιτητική για μαθητές που παρουσιάζουν γλωσσική διαταραχή.

Διαταραχή Λόγου σε Παιδιά Σχολικής Ηλικίας

Η πολυπλοκότητα της γλώσσας καθιστά αδύνατη την πρόβλεψη σχετικά με το που οι μαθητές με γλωσσικές διαταραχές είναι πιθανό να καταρρεύσουν, όταν πρέπει να χρησιμοποιήσουν την γλώσσα, για να αποκομίσουν γνώσεις, να κατακτήσουν ακαδημαϊκές δεξιότητες και να επικοινωνήσουν. Συνήθως, οι περισσότερες δυσκολίες επικοινωνίας παρουσιάζονται σε υψηλότερα και μεγαλύτερα επίπεδα συνομιλίας, από ότι σε χαμηλότερα επίπεδα λέξεων και προτάσεων, καθώς και με αφηρημένα θέματα και/ή περιορισμένη στήριξη από το πλαίσιο. Όταν συναντούν πολύπλοκη γλώσσα στο σχολείο, οι μαθητές με γλωσσικές διαταραχές, συχνά, επεξεργάζονται μονάδες ή αποσπάσματα συνομιλίας ως μεμονωμένα, άσχετα μέρη. Εάν η πολυπλοκότητα των γλωσσικών απαιτήσεων αυξηθεί, ο μαθητής θα σταματήσει την προσπάθεια επεξεργασίας των εισερχόμενων πληροφοριών και μπορεί να προσποιηθεί ότι κατανοεί ή να αποφύγει την συγκεκριμένη κατάσταση.

Η επικοινωνία μπορεί να είναι επιτυχής για τους μαθητές με γλωσσικές διαταραχές όταν μιλούν για οικεία γεγονότα με τους φίλους ή συμμαθητές τους. Αντίθετα, παρουσιάζουν σημαντικές δυσκολίες με τις πολύπλοκες γλωσσικές απαιτήσεις του σχολείου, με αποτέλεσμα να μη τα καταφέρνουν καλά με τη μάθηση της ανάγνωσης και της γραφής, την κατάκτηση πληροφοριών και τη διατήρηση κοινωνικών σχέσεων. Η ανάγνωση και η γραφή βασίζονται σε ισχυρές γλωσσικές δεξιότητες. Π.χ., παιδιά με φτωχές δεξιότητες φωνημικής επίγνωσης τείνουν να είναι φτωχοί αναγνώστες. Τα παιδιά με γλωσσικές διαταραχές, συχνά, έχουν φτωχή επίδοση στα περισσότερα μαθήματα του σχολείου, επειδή ένα μεγάλο μέρος των πληροφοριών μεταβιβάζεται με γραπτά κείμενα και με προφορικές παρουσιάσεις. Εάν οι ικανότητες κατανόησης αυτών των παιδιών είναι σημαντικά χαμηλότερες από το επίπεδο πολυπλοκότητας των κειμένων ή των παρουσιάσεων στη τάξη τους, τότε θα επηρεαστεί η κατάκτηση των γνώσεων. Επομένως, το σχολείο δεν θα παρέχει κανένα ενδιαφέρον για τους μαθητές, που δεν κατανοούν εύκολα, όσα παρουσιάζονται. Επίσης, τα παιδιά δυσκολεύονται να αλληλεπιδράσουν με ένα άτομο, το οποίο δεν μπορεί να εκφράσει τις ανάγκες και τα συναισθήματά του, να κάνει σχετικές αποκρίσεις στα σχόλια άλλων ατόμων, ή να μιλά για μία ποικιλία θεμάτων. Εξαιτίας της δυσκολίας στη χρήση της γλώσσας, οι μαθητές με γλωσσική διαταραχή μπορεί να παρουσιάζουν ακατάλληλες συμπεριφορές ή να γίνονται παθητικοί και να απομονώνονται.

Οι γλωσσικές διαταραχές μπορούν να παρουσιαστούν στους μαθητές είτε στον δεκτικό λόγο, είτε στον εκφραστικό λόγο, είτε και στα δύο. Επίσης, οι μαθητές με γλωσσική διαταραχή τείνουν να έχουν πιο περιορισμένες γνώσεις λεξιλογίου και αντιμετωπίζουν μεγαλύτερη δυσκολία στην κατάκτηση λέξεων, από ότι οι συνομήλικοί τους. Οι μαθητές με γλωσσική διαταραχή, συχνά, έχουν πολύ μεγάλη δυσκολία στο να θυμηθούν ονομασίες για αντικείμενα, ενέργειες ή ιδιότητες. Ενώ αυτοί οι μαθητές με διαταραχές ανάκλησης κατανοούν τη σημασία πολλών λέξεων, μπορεί να έχουν μεγάλη δυσκολία στην επιλογή των λέξεων, που χρησιμοποιούν, όταν θέλουν να μεταβιβάσουν μία ιδέα ή να περιγράψουν μία κατάσταση. Ακόμη, οι μαθητές με γλωσσικές διαταραχές έχουν δυσκολίες στην κατάκτηση και τη χρήση σύνθετων γραμματικών δομών. Παράγουν μία περιορισμένη ποικιλία τύπων προτάσεων, που βασίζονται σε ένα μικρό σύνολο οικείων δομών. Λόγω των συντακτικών δυσκολιών, αυτοί οι μαθητές εκφράζουν τις ιδέες τους με περίεργους ή ανώριμους τρόπους, πιθανόν, χρησιμοποιώντας μόνο απλές προτάσεις, χωρίς να τροποποιούν λέξεις ή φράσεις, αποτυγχάνοντας να εκφράσουν σχετικές ιδέες με έναν οργανωμένο και αποτελεσματικό τρόπο. Επιπλέον, Τα παιδιά με γλωσσική διαταραχή δυσκολέυονται να χειριστούν την εναλλαγή σειράς που είναι μία υψηλού-επιπέδου γλωσσική δεξιότητα με αποτέλεσμα να μη μπορούν να επιτύχουν συζητητικές λειτουργίες. Άλλη μια μεγάλη δυσκολία που παρουσιάζουν οι μαθητές με γλωσσική διαταραχή είναι με τη μεταφορική γλώσσα. Έχουν δυσκολίες στην επεξεργασία μηνυμάτων σε ένα μη κυριολεκτικό επίπεδο και στην ερμηνεία των προτάσεων σε ιστορίες, οι οποίες έχουν συμβολικές σημασίες, όπως σε μία αλληγορία ή σε έναν μύθο. Δυσκολίες παρουσιάζουν και στην αφήγηση, η οποία απαιτεί από τους μαθητές την ανάκληση κατάλληλων λέξεων και συντακτικών τύπων.

Οι παραπάνω δυσκολίες των παιδιών με γλωσσική διαταραχή, ευθύνονται για το μειωμένο ενδιαφέρον τους για μάθηση ή για επικοινωνία, τα κάνουν να νιώθουν ανεπαρκείς και να αντιπαθούν το σχολείο. Πολλά παιδιά με γλωσσικές διαταραχές δεν θεωρούν τους εαυτούς τους ως ικανούς μαθητές και δεν απολαμβάνουν την ανάγνωση, τη γραφή ή τις παρουσιάσεις στην τάξη. Αυτή η φτωχή αυτοπεποίθηση πρέπει να αντιστραφεί. Ο λογοπαθολόγος θα αξιολογήσει τις γλωσσικές δεξιότητες του μαθητή και θα αναπτύξει το κατάλληλο εξατομικευμένο πρόγραμμα περέμβασης ώστε να βοηθήσει τους μαθητές να ανταπεξέλθουν στις πολύπλοκες γλωσσικές απαιτήσεις, τις οποίες συναντούν οι μαθητές στα σχολικά πλαίσια.

Για περισσότερες πληροφορίες ή για να προγραμματίσετε ένα ραντεβού, επικοινωνήστε μαζί μας.

bottom of page