ΚΕΝΤΡΟ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ & ΑΚΟΟΛΟΓΙΑΣ
Ποιοτικές Υπηρεσίες για Παιδιά και Ενήλικες
ΠΡΟΛΗΨΗ - ΔΙΑΓΝΩΣΗ - ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
Αυτισμός
Ο αυτισμός είναι μια ισόβια κατάσταση και αποτελεί, σύμφωνα με το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM-5), μία από τις τέσσερις αναπτυξιακές διαταραχές γνωστές ως Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ). Οι άλλες είναι το Σύνδρομο Asperger, η Διάχυτη Αναπτυξιακή Διαταραχή (PDD-NOS), και η Παιδική Αποδιοργανωτική Διαταραχή. Οι παραπάνω διαταραχές έχουν κοινά συμπτώματα, τα οποία επηρεάζουν την κοινωνική αλληλεπίδραση, την επικοινωνία και τα πρότυπα συμπεριφοράς. Σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε εως σήμερα, ο αυτισμός είναι μία εκ γενετής σύνθετη νευρολογική διαταραχή, η οποία προσδιορίζεται κατά την πρώιμη παιδική ηλικία και επιφέρει γλωσσική διαταραχή. Η αιτία εξακολουθεί να παραμένει άγνωστη. Επηρεάζει την επεξεργασία των πληροφοριών στο κεντρικό νευρικό σύστημα και επιδρά στην ανάπτυξη της κοινωνικής αλληλεπίδρασης και των λεκτικών ή μη λεκτικών επικοινωνιακών δεξιοτήτων, επιφέροντας, συχνά, στερεότυπη συμπεριφορά. Ο αυτισμός διαφέρει σε κάθε άτομο και μπορεί να είναι ήπιος ή σοβαρός. Η συχνότητα εμφάνισης του αυτισμού σήμερα είναι περίπου 1 ανά 160 γεννήσεις και εμφανίζεται τέσσερις φορές περισσότερο στα αγόρια, από ότι στα κορίτσια. Εμφανίζεται σε όλες τις εθνικές, φυλετικές και κοινωνικές ομάδες.
Η επικοινωνιακή και γλωσσική διαταραχή σε παιδιά με ΔΑΦ είναι, συχνά, η πιο καταστρεπτική πλευρά της διαταραχής. Ορισμένα παιδιά με αυτισμό δεν αναπτύσσουν ποτέ οποιαδήποτε λειτουργική επικοινωνία και άλλα αναπτύσσουν καλύτερη χρήση του προφορικού λόγου. Κάποια παιδιά με ΔΑΦ χρησιμοποιούν χειρονομίες επαφής, για να επικοινωνήσουν (π.χ., τραβούν το χέρι ενός άλλου ανθρώπου προς ένα επιθυμητό αντικείμενο) με πολύ μεγαλύτερη συχνότητα από ότι χρησιμοποιούν συμβατικές χειρονομίες (π.χ., νεύματα με το κεφάλι, δήξη). Στα παιδιά με ΔΑΦ, η μετάβαση από τις χειρονομίες στη σκόπιμη, συμβολική επικοινωνία είναι αρκετά δύσκολη και τα θεραπευτικά προγράμματα θα πρέπει να περιλαμβάνουν στρατηγικές, για να διευκολύνουν αυτή τη μετάβαση. Επίσης, τα περισσότερα παιδιά με αυτισμό, τα οποία κατορθώνουν να επικοινωνούν με λόγο, παρουσιάζουν μία περίοδο ηχολαλίας, η οποία αποτελεί θετική προγνωστική ένδειξη για περαιτέρω γλωσσική ανάπτυξη. Ακόμη, τα παιδιά με αυτισμό που έχουν περιορισμένες δεξιότητες επικοινωνίας, συχνά, αναπτύσσουν ιδιοσυγκρασιακές ή ανεπιθύμητες συμπεριφορές, (π.χ., επιθετική ή αυτό-τραυματική συμπεριφορά, εκρήξεις οργής).
Διάγνωση του Αυτισμού
Υπάρχουν τρεις βασικές ενδείξεις για να γίνει η διάγνωση αυτισμού. Το παιδί πρέπει να παρουσιάζει μία διαταραχή στην κοινωνική αλληλεπίδραση, μία διαταραχή στην επικοινωνία και επαναλαμβανόμενα στερεοτυπικά πρότυπα συμπεριφοράς. Η διάγνωση του αυτισμού πρέπει να γίνει από επαγγελματίες που γνωρίζουν για τον αυτισμό, ώστε να διαφοροδιαγνωσθεί ο αυτισμός από άλλες διαταραχές, διότι η λανθασμένη διάγνωση θα οδηγήσει σε λανθασμένη θεραπεία και εκπαίδευση. Σημαντικό είναι, επίσης, να αξιολογηθεί η ακοή του παιδιού, για να αποκλειστεί η βαρηκοΐα. Στην αξιολόγηση, σημαντικές πληροφορίες προέρχονται από τους γονείς και τους φροντιστές, οι οποίοι γνωρίζουν καλύτερα το παιδί και την συμπεριφορά του.
Τι θεραπείες υπάρχουν για τον αυτισμό;
Σήμερα, αν και δεν υπάρχει καμία γνωστή θεραπεία για τον αυτισμό, σημαντικές βελτιώσεις είναι πιθανές για αυτά τα παιδιά και τις οικογένειες τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, φαρμακευτικές αγωγές και διαιτητικοί περιορισμοί μπορεί να βοηθήσουν στον έλεγχο των συμπτωμάτων. Αν και υπάρχουν ενδείξεις του αυτισμού από το πρώτο έτος ζωής, η πλήρης κλινική εικόνα του αυτισμού εμφανίζεται περίπου στην ηλικία των τριών ετών. Επομένως, η παρέμβαση θα πρέπει να ξεκινά όταν το παιδί είναι μικρό. Η πρώιμη παρέμβαση και τα προσχολικά προγράμματα είναι πολύ σημαντικά. Θα πρέπει να γίνει μια πλήρης αξιολόγηση του δεκτικού και εκφραστικού λόγου από έναν λογοπαθολόγο για να προσδιοριστούν οι επικοινωνιακές ανάγκες. Έπειτα, μπορεί να δομηθεί ένα κατάλληλο, για τις δυνάμεις του παιδιού, θεραπευτικό πλάνο, το οποίο να επεκτείνει την επικοινωνιακή και γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού. Η αποτελεσματικότητα της παρέμβασης εξαρτάται από την συνεργασία μεταξύ επαγγελματιών και γονέων, και μπορεί να περιλαμβάνει οποιοδήποτε συνδυασμό παραδοσιακών λογοθεραπευτικών προσεγγίσεων, επαυξητική και εναλλακτική επικοινωνία, και συμπεριφορικές παρεμβάσεις.
“If all my possessions were taken from me with one exception, I would choose to keep the power of communication, for by it I would soon regain all the rest” (Daniel Webster, 1782-1852).
Για περισσότερες πληροφορίες ή για να προγραμματίσετε ένα ραντεβού, επικοινωνήστε μαζί μας.